Της Ελευθερίας Μηλάκη
Μην κλαις και μη λυπάσαι που βραδιάζει, εμείς που ζήσαμε φτωχοί, του κόσμου η βροχή δεν μας πειράζει, εμείς που ζούμε μοναχοί…
Ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον και όμως το Ηράκλειο έχει αλλάξει εντελώς όψη. Δεν υπάρχουν πια καταστήματα, ούτε μικρά ούτε μεγάλα, ούτε ατομικές επιχειρήσεις, ούτε οικογενειακές, ούτε πολυεθνικές. Όλο το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών έχει μεταφερθεί στο διαδίκτυο! Λίγες μέρες πριν από τις γιορτές του Πάσχα η Κυβέρνηση του Τόπου έλαβε την εντολή να κλείσει και το τελευταίο κατάστημα. Ήταν διαταγή από τον Κατακτητή… Απ’ το ΄44 ο αδερφός τον αδερφό με σύμβουλο ένα βρετανό ποτίζουν αίμα το στενό… Ώστε λοιπόν έχουμε πόλεμο! Απογορεύεται η κυκλοφορία. Όχι. Μια βόλτα είναι ακόμα εφικτή. Απέναντι από το σπίτι μου είναι το Σπίτι με τις Κάλλες. Πώς ξέφυγαν από την αποψίλωση κάθε ίχνους φυτικής ή ζωικής ζωής; Ήθελα να κόψω τις κάλλες, μα η εξώπορτα του κήπου είναι κλειδωμένη. Ίσως θα μπορούσα να κόψω μία που προεξέχει. Μία λευκή, γοητευτική κάλλα στο βάζο πάνω στο γραφείο, φτάνει. Εκείνη τη στιγμή εμφανίζεται μια γυναικούλα. Θέλετε κάτι από το σπίτι; Εγώ… Εγώ… Απλά κοιτούσα τα λουλούδια. Είναι δικά σας; Ήταν του θείου μου. Είμαι ανιψιά του, απάντησε αδιάφορα και έφυγε… Σαν Έλληνες περήφανοι, σαν Ευρωπαίοι ελεύθεροι, το πιο μεγάλο μερτικό, το δίνουμε για το στρατό και είμαστε κράτος δυνατό σε εχθρούς και φίλους σεβαστό… Ο πλούσιος πλουσιότερος και ο φτωχός φτωχότερος…
Συνέχισα τη διαδρομή προς το κέντρο. Έξω από το Κηποθέατρο Νίκος Καζαντζάκης, η Πυροσβεστική Υπηρεσία ήταν κλειστή. Στο εξής οι υπηρεσίες διάσωσης, η ιατρική, ακόμα και η δικαιοσύνη, θα παρέχονται στο λαό από συστήματα πληροφορικής. Δεν έχει σημασία η αποτελεσματικότητα, σημασία έχει η εξοικονόμηση πόρων, ώστε να πετύχουμε ένα όσο το δυνατόν ανώτερο επίπεδο βιωσιμότητας. Κάτι ήξερε ο πατέρας Παντελής που μας έκανε θρησκευτικά στο λύκειο. Θα πατάνε ένα κουμπί και όποιος δεν είναι καλός, θα εξαερώνεται. Θα μας εξαερώσουν! Με τα χαμένα λόγια και τα χρόνια, εκεί που πρώτα ήσουνα παντού και τώρα μες στο κρύο και στα χιόνια….Δεν υπήρχαν πουθενά λουλούδια ή πουλιά ή γάτες. Ακόμα και το pet shop της γειτονιάς ήταν κλειστό. Όποιος θέλει κουνέλι ή γάτα ή σκύλο να παραγγείλει από το ίντερνετ. Αλλά είναι πόλεμος και έχει διακοπεί το ίντερνετ… Θα ζήσω και χωρίς γάτες, κουνέλια και άλλα ζώα. Δεν το ξέρετε; Καταργήθηκαν τα ζώα. Ήταν ο μόνος τρόπος να πειστούν οι αιμοβόροι σαρκοφάγοι για μια πιο ηθική βίγκαν διατροφή. Αν με ρωτάς, είναι δίκαιο. Δεν μπορείς να τρέφεσαι από τους φίλους σου. Υποτίθεται πρέπει να βάψουμε αβγά. Δεν υπάρχουν αβγά. Δεν υπάρχουν κοτόπουλα. Μπορείτε να ξεχάσετε τα παλιά έθιμα. Θα αγοράσετε ένα δυο εξάδες ξύλινα αβγά από το ίντερνετ, αν υπήρχε ίντερνετ και θα κολλήσετε πάνω τους και μερικά χαριτωμένα πολύχρωμα αυτοκόλλητα. Θα τα βάλετε σε ένα ωραίο κεραμικό μπολ και σε ένα άλλο μπολ θα τοποθετήσετε μερικά βίγκαν τσουρεκάκια, ναι, τσουρεκάκια λέγαμε με τη γιαγιά τα πασχαλινά κουλουράκια, θα βάλετε στο μπολ μερικά βίγκαν τσουρεκάκια που θα τα έχετε προμηθευτεί από το ίντερνετ, θα βγάλετε μια ωραία φωτογραφία και θα τη μοιραστείτε με όλο τον κόσμο. Ποιος είπε ότι η πραγματικότητα δεν είναι εικονική;
Εδώ υπήρχε το κατάστημα με είδη προικός της κυρίας Κικής… Τώρα δεν υπάρχει. Δεν υπάρχει κανείς έξω, όλοι είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους. Θυμάσαι μία φορά, δεν θυμάμαι ποια χρονιά ήταν, που χιόνισε μέσα στο Ηράκλειο; Δεν ήταν κανείς έξω, ήταν περίεργο να διασχίζεις τους χιονισμένους δρόμους της πόλης. Ερημιά. Τι ήθελες από το κατάστημα με είδη προικός; Μαξιλαροθήκες. Με σχέδιο μοσχομπίζελο, ασπρόμαυρες καρδιές και πολύχρωμες πάπιες. Και ένα πετσετάκι κουζίνας που στη μία γωνία έχει ένα μικρό λαγό. Πετσετάκι είπες; Τα πεντοχίλιαρα δεν είναι πετσετάκια… Τι είναι κυρία τα πεντοχίλιαρα; Ήταν παιδί μου κάτι χαρτάκια που είχανε πάνω τον Κολοκοτρώνη, αλλά καταργήθηκαν εδώ και δεκαετίες! Ήθελα να πάω στο κατάστημα με είδη ζαχαροπλαστικής, όπου οι κυρίες κάνουν ουρά για να αγοράσουν υλικά για τα πασχαλινά σπιτικά γλυκά. Και απέναντι ήταν ένα κατάστημα με πλαστικά τραπεζομάντηλα. Πετάξτε οτιδήποτε πλαστικό, διάβαζα στα περιοδικά του Πέτρου Κωστόπουλου το 2004. Είναι μικροαστικά! Γιατί τόση μανία με τα πλαστικά; Το πλαστικό είναι φανταστικό, κρατάει χρόνια, παίρνει σχήματα και χρώματα… Τίποτα δεν πάει χαμένο! Και όταν τα βαρεθείτε θα τα μαζέψει η Ανακύκλωση!
Λίγο πριν φτάσω στα Λιοντάρια, είδα ένα αρνί! Ένα αληθινό αρνί! Δεν ήταν όνειρο. Είδα ένα αρνί… Τι ράτσα ήταν; Πόρσε, μερσέντες ή Φολκσβάγκεν; Το Φολκσβάγκεν είναι γρήγορο, η μερσέντες είναι γρήγορη, η Πόρσε είναι η γρηγορότερη! Συνέχισα το περπάτημα μέχρι την εκκλησία του Αγίου Τίτου. Και τότε πια δεν ήξερα αν έβλεπα όνειρο, δεν ήξερα καν αν ζούσα… Είδα μια μεγάλη γαλάζια πεταλούδα και άλλη μία πράσινη, πελώριες, σε μέγεθος αεροπλάνου, να απογειώνονται και να κάνουν κύκλους γύρω από το κέντρο της πόλης. Και τότε τα αεροπλάνα πεταλούδες άρχισαν να ρίχνουν αλεξίπτωτα από τα οποία κρέμονταν αντί για Γερμανοί, κάτι άλλοι αυτοί τη φορά. Τούρκοι ήτανε, Εβραίοι ήτανε, δεν ξέρω. Πάντως φορούσαν στολή! Ξαφνικά άρχισαν να πέφτουν και βόμβες. Βόμβες από ζάχαρη, γνήσια ζάχαρη από ζαχαροκάλαμο. Κάθε βόμβα καραμέλας δημιουργούσε ένα εκκωφαντικό θόρυβο και σκορπιζόταν σε μεγάλους, κοφτερούς κρυστάλλους, μέσα στους έρημους δρόμους. Αποφάσισα να πάω προς την Πλατεία Ελευθερίας. Όμως ούτε ακόμα εκεί δεν ήμουν ασφαλής. Και τότε εμφανίστηκαν τίγρεις, τεραστίων διαστάσεων τίγρεις της Βεγγάλης και με κυνηγούσαν. Ήταν πιο ζωντανό από όνειρο… Τρόμος καθαρός, αγνός τρόμος! Κρατούσα στο χέρι μου μια κίτρινη λαμπάδα, στολισμένη με ένα κεραμικό ομοίωμα μιας μαύρης τσαγιέρας… Όποιος αντιγράψει θα πάρει καυτό νερό στα χέρια του, δήλωνε πριν τις εξετάσεις ο νεοναζί γερμανός καθηγητής το 2001… Είδομεν το φως το αληθινόν! Δεν το ξέρατε; Εξ ανατολής το φως, δεν περιμέναμε να μας έρθει και από τα βόρεια ή τα νότια Βαλκάνια…
Και τότε ξύπνησα. Άτιμε Κυριάκο έχεις κάνει τον κόσμο να παραμιλάει… Γράμματα με ευχές και αφιερώσεις, μες στο κομοδίνο σιωπηλές. Θα πάμε στην Ανάσταση, όλοι μαζί αυτή τη φορά μετά από χρόνια. Κάμαρες που μύριζαν λιβάνι και του Ιορδάνη το νερό…Θα φορέσω ένα τζην κοστούμι, τζην σε τόταλ λουκ, έτσι θέλω, να φαίνομαι εργατική. Μια εργατική μέλισσα! Με μια δερμάτινη τσάντα πουγκί στον ώμο, σε έντονο πράσινο χρώμα! Από τη μια οι Ιταλοί και οι Γερμανοί, μη σε τρομάζει το διπλό κυνηγητό, εσύ τους Γερμανούς και αυτοί εμένα. Εγώ δεν ξεκουράζομαι ποτέ και όσο υπάρχουνε στη γη κατακτητές, θα τους συντρίβω και το αίμα τους θα στάζει….